σκιρτηδόν

From LSJ
Revision as of 16:20, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκιρτηδόν Medium diacritics: σκιρτηδόν Low diacritics: σκιρτηδόν Capitals: ΣΚΙΡΤΗΔΟΝ
Transliteration A: skirtēdón Transliteration B: skirtēdon Transliteration C: skirtidon Beta Code: skirthdo/n

English (LSJ)

Adv. by leaps or bounds, Orac.Chald.298.

German (Pape)

[Seite 900] adv., springend, sprungweise, Orph. frg. 24.

Greek (Liddell-Scott)

σκιρτηδόν: Ἐπίρρ., διὰ σκιρτημάτων ἢ πηδημάτων, Ὀρφ. Ἀποσπ. 24.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. με σκιρτήματα, με τινάγματα, με πηδήματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκιρτῶ + επιρρμ. κατάλ. -δον (πρβλ. αναφανδόν)].