Μηδέποτε πειρῶ δύο φίλων εἶναι κριτής → Ne recipe amicos inter arbitrium duos → Versuche nie, zu schlichten zweier Freunde Streit
το (AM βρῶμα, Μ και βρῶμαν) βιβρώσκω
1. τροφή
2. λεία, θήραμα
νεοελλ.
1. δόλωμα
2. διάβρωση, αποσύνθεση
αρχ.
1. πληγή, καρκίνωμα
2. οπή, κουφάλα του δοντιού.