λευκόπρωκτος
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
English (LSJ)
ον,
A with white πρωκτός, a play on the words εὐρύπρωκτος and λευκός 11.1c, conveying a notion of cowardice, Call.Com.11 (s.v.l.).