ἐπικοινόομαι
From LSJ
Greek Monotonic
ἐπικοινόομαι: Μέσ., ζητώ την συμβουλή, τινι περί τινος, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ἐπικοινόομαι: советоваться, совещаться (τινι περί τινος Plat.).
ἐπικοινόομαι: Μέσ., ζητώ την συμβουλή, τινι περί τινος, σε Πλάτ.
ἐπικοινόομαι: советоваться, совещаться (τινι περί τινος Plat.).