ἐπικοινόομαι
From LSJ
Οὐδὲν γυναικὸς χεῖρον οὐδὲ τῆς καλῆς → Nil muliere peius est, pulchra quoque → Das Schlimmste ist, selbst wenn sie schön ist, eine Frau
Greek Monotonic
ἐπικοινόομαι: Μέσ., ζητώ την συμβουλή, τινι περί τινος, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ἐπικοινόομαι: советоваться, совещаться (τινι περί τινος Plat.).