προσαγορεύω
Πάντα ταῦτα ἐπείρασα ἐν τῇ σοφίᾳ: εἶπα Σοφισθήσομαι, καὶ αὐτὴ ἐμακρύνθη ἀπ' ἐμοῦ· κτλ. (Εcclesiastes 7:23f., LXX version) → I tried to give proof in wisdom of all those things; I said, I will be wise, but that wisdom was far from me ...
English (LSJ)
Att. aor. being προσεῖπον, fut. and pf. προσερῶ, προσείρηκα (but προσαγορεῦσαι occurs in X.Mem.3.2.1,
A προσαγορεύσομεν Pl.Tht.147e), aor. Pass. προσερρήθην (but προσηγορεύθην A.Pr.834, Anaxil.21.4, Philem.101.6); coupled with προσείποις, προσρητέον in Pl.Tht.152d, 182d sq.:—address, greet, ἀλλήλους Hdt.1.134, 2.80; δυστυχοῦντες οὐ προσαγορευόμεθα in misfortune we are not spoken to, Th.6.16; π. τοὺς νέους δι' εὐχῆς Pl.Lg.823d; πόρρωθεν π. Thphr.Char.5.2; ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς τοὺς φίλους π. Pl.Ep.315b. 2 c. dupl. acc., address or greet as so and so, Δίκαν δέ νιν προσαγορεύομεν βροτοί A.Ch.950 (lyr.); τὸν αὐτὸν πατέρα π. X.Cyr.8.7.14; βασιλέα π. τινά Plu.Aem.8:—Pass., ὑφ' ὧν προσηγορεύθης ἡ Διὸς δάμαρ A.Pr.834; -αγορευθεὶς αὐτοκράτωρ, Lat. imperator consalutatus, Plu.Pomp.8, etc. 3 simply, call by name, call so and so, τὸν Ἀγαμέμνονα π. ποιμένα λαῶν X.Mem.3.2.1; τί τὴν πόλιν προσαγορεύεις; Pl.R.428d, cf. Grg.474e, Sph.216c, Lycurg. 26; π. τινὰ ὀνόματι Antipho 6.40, cf. Pl.Plt.291e, Tht.147e, etc.; ὀνομαστὶ π. X.Cyr.5.3.47; τοῦτο τοὔνομα π. σφᾶς αὐτούς Plb.1.8.1:— Pass., to be called, Hecat.129J., etc.; π. ἑταίρα Anaxil. l. c.; λίθος Philem. l.c.; freq. in Pl., R.597e, Phlb.54a; τῷ τοῦ ὅλου ὀνόματι, ἑνὶ ὀν. π., Id.Smp.205c, Sph.219b, etc. 4 c. inf., πάσας ἡδονὰς ἀγαθὸν εἶναι προσαγορεύεις Id.Phlb.13b, cf. Prt.325a; π. τινὰ χαίρειν bid one hail or farewell, Ar.Pl.323, Pl.Lg.771a; also μετὰ τοῦ χαίρειν π. τινά Plu.Phoc.17. II appeal to, in argument, τὰ τῶν θηρίων ἤθη dub. in Plu.2.493c.