σταφιδευταῖος
From LSJ
ἀφυής πρὸς ταύτην τὴν σκέψιν → wanting wit for that speculation
English (LSJ)
α, ον, (σταφίς)
A of dried grapes,= στεμφυλίτης, τρύγες Hp.Morb.3.17; σταφίδιοι οἶνοι raisin wines, ibid.; σταφιδίτης οἶνος Orib.Fr.19, Gloss.
German (Pape)
[Seite 930] von getrockneten und gepreßten Weinbeeren, Hippocr., τρὺξ στεμφυλῖτις σταφ.