ἀλαβαστοθήκη
From LSJ
πλέων επί οίνοπα πόντον επ' αλλοθρόους ανθρώπους → while sailing over the wine-dark sea to men of strange speech
German (Pape)
[Seite 88] ἡ, Dem. 19, 237, = ἀλαβαστροθήκη.
Greek (Liddell-Scott)
ἀλᾰβαστοθήκη: ἡ, θήκη διὰ κοσμήματα ἐξ ἀλαβάστρου, Δημ. 415. 5· καθόλου, μικρὸν κιβώτιον ἢ κίστη, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 463· ἴδε ἀλάβαστρος.