δημοκρατέομαι

From LSJ
Revision as of 10:16, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_20)

Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δημοκρᾰτέομαι Medium diacritics: δημοκρατέομαι Low diacritics: δημοκρατέομαι Capitals: ΔΗΜΟΚΡΑΤΕΟΜΑΙ
Transliteration A: dēmokratéomai Transliteration B: dēmokrateomai Transliteration C: dimokrateomai Beta Code: dhmokrate/omai

English (LSJ)

Pass. with fut. Med.

   A -κρατήσομαι Th.8.48, Lys. 34.4, D.24.99, but -κρατηθήσομαι v.l. in Th.8.75: pf. δεδημοκράτημαι D.C.52.13:—have a democratic constitution, Hdt.6.43, Ar.Ach.642, Lys.12.4, etc.; πόλις δημοκρατουμένη Lex ap.And.1.88, cf. Th.5.29.    2 impers., δημοκρατεῖται democratic principles prevail, Arist. Pol.1265b38.

German (Pape)

[Seite 563] vom Volke beherrscht werden, eine demokratische Verfassung haben, Her. 6, 43; Ar. Ach. 642; πόλις Thuc. 5, 29, u. öfter, wie Folgde. – Erst sehr Sp. haben das act. von den Faktionen des Circus (δῆμοι).

Greek (Liddell-Scott)

δημοκρᾰτέομαι: παθ. μετὰ μέσ. μέλλ. –κρατήσομαι (Θουκ. 8. 48, Λυσ. 213. 14, Δημ. 731. 15, ἀλλὰ -κρατηθήσομαι Θουκ. 8. 75· πρκμ. δεδημοκράτημαι Δίων Κ. 52. 13). Ἔχω δημοκρατικὸν πολίτευμα, ζῶ ἐν δημοκρατίᾳ, Ἡρόδ. 6. 43, Ἀριστοφ. Ἀχ. 642, Θουκ. 5. 29, κτλ.· πόλις δημοκρατουμένη Νομ. παρ' Ἀνδοκ. 12. 4, πρβλ. Λυσ. 120. 28· πρβλ. ὀλιγαρχέομαι. 1) ἀπροσ., δημοκρατεῖται , δημοκρατεῖται, δημοκρατατικαί ἀρχαὶ ὑπερισχύουσιν, Ἀριστ. Πολ. 2. 6, 17. ΙΙ.τὸ ἐνεργ. παρὰ Βυζαντιακ. συγγραφ. ἐπὶ τῶν μερίδων τοῦ ἱπποδρόμου (δῆμοι), διεγείρω ταραχήν, στάσιν, Ἰω. Μαλαλ. 393, κτλ.· πρβλ. δημοτεύομαι.