διαπασῶν, διατεσσάρων, διαπέντε → through all, through four, through five (Pythagorean musical terms)
[Seite 682] (πορδή), farzig, Luc. Lexiph. 10.
πορδᾰλέος: -α, -ον, = παρδάλεος, Ὀππ. Κυν. 3. 647. ΙΙ. (πορδὴ) «πορδαλᾶς», «κλαν~ιάρης», Λουκ. Λεξιφάν. 10.