προκηρύσσω

From LSJ
Revision as of 10:04, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_5)

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμαblood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προκηρύσσω Medium diacritics: προκηρύσσω Low diacritics: προκηρύσσω Capitals: ΠΡΟΚΗΡΥΣΣΩ
Transliteration A: prokērýssō Transliteration B: prokēryssō Transliteration C: prokirysso Beta Code: prokhru/ssw

English (LSJ)

Att. προκηρύττω,

   A proclaim by herald, proclaim publicly, S. Ant.461, Is.6.37, etc.: c. inf., π. ὠνεῖσθαι τὸν βουλόμενον Arist.Oec. 1350a20; π. οἱ ἔφοροι κείρεσθαι Plu.Cleom.9: c. acc. rei, δρόμον π. S.El.684; ταῦτα Id.Ant.34; π. στεφάνους τινί Plb.5.60.3; π. ἀγοράν Ael.VH4.1; advertise for sale, κατ' ἀγορὰν τὰ ὤνια Poll.8.103 (v.l.); put up to auction, γῆν PEleph.23.15 (iii B. C.):—Pass., POxy.2112.12 (ii A. D.).

German (Pape)

[Seite 730] att. -ττω, vorher od. öffentlich durch den Herold ausrufen; ᾔσθετ' ἀνδρὸς ὀρθίων κηρυγμάτων δρόμον προκηρύξαντος, Soph. El. 674; Ant. 457; Isae. 6, 37 u. sonst bei Rednern; ἀγοράν, Ael. V. H. 4, 1; προκηρύξας αὐτοῖς στεφάνους ἐπ' ἀνδραγαθίᾳ, Pol. 5, 60, 3.

Greek (Liddell-Scott)

προκηρύσσω: Ἀττ. -ττω, διὰ κήρυκος διακηρύττω, δημοσίᾳ ἀγγέλλω, Σοφ. Ἀντ. 461, Ἰσαῖ. 60. 2, κτλ.· μετ’ ἀπαρ., πρ. ὠνεῖσθαι τὸν βουλόμενον Ἀριστ. Οἰκ. 2. 23· οἱ ἔφοροι πρ. κείρεσθαι Πλουτ. Κλεομ. 9· μετ’ αἰτ. πράγμ., δρόμον πρ. Σοφ. Ἠλ. 684· ταῦτα ὁ αὐτ. ἐν Ἀντ. 34· πρ. στεφάνους τινὶ Πολύβ. 5. 60, 3· πρ. ἀγορὰν Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 4. 1· τὰ ὤνια κατ’ ἀγορὰν Πολυδ. Ηϳ, 103.