Μὴ πάντα πειρῶ πᾶσι πιστεύειν ἀεί → Credenda cunctis esse cuncta ne putes → Glaub ja nicht allen alles immerdar
Menander, Monostichoi, 335English (Slater)
πτάσσω (cf. πτώσσω.)
1shrink back in awe ἔπταξαν δ' ἀκίνητοι σιωπᾷ ἥροες ἀντίθεοι (P. 4.57) [πτάξεις (coni. Edmonds: πτίξεις codd.) fr. 207.]