οὐκ ἔστιν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν → no rest for the wicked, no peace to the wicked
α ou ος, ον :de Phrygie, phrygien.Étymologie: Φρύξ.
Φρῠγιος 1 Phrygian Φρυγίας κοσμήτορα μάχας (? sc. Ὅμηρον) ?fr. 347.