Full diacritics: ἀεροφόρητος | Medium diacritics: ἀεροφόρητος | Low diacritics: αεροφόρητος | Capitals: ΑΕΡΟΦΟΡΗΤΟΣ |
Transliteration A: aerophórētos | Transliteration B: aerophorētos | Transliteration C: aeroforitos | Beta Code: a)erofo/rhtos |
ον,
A upborne by air, Eub.104.
[Seite 43] von der Luft getragen, στρουθίον Eubul. bei Ath. XV, 679 b.
ἀεροφόρητος: -ον, ὁ ὑπὸ τοῦ ἀέρος φερόμενος, βασταζόμενος, Εὔβουλ. ἐν «Στεφανοπώλισιν» 2. 2. (ὁ Meineke προτείνει ἁβρο-)