έως, ὁ,
A black oak-fern, Asplenium onopteris, Dsc. 4.187.
[Seite 669] ίδος, ἡ, eine moosartige, an Eichen wachsende Pflanze, Diosc.
δρυοπτερίς: ὁ, πτερίς φυομένη ἐπὶ δρυῶν, Διοσκ. 4. 189.