ταινίον
From LSJ
Ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ (μήποτε ξένος γένῃ) → Bene hospiti fac: tu quoque hospes fors eris → Bewirte Gäste, denn auch du bist einmal Gast
English (LSJ)
τό, Dim. of ταινία,
A small band, EM749.44; ταινίον χρυσοῦν Inscr.Prien.112.93 (i B.C.).
German (Pape)
[Seite 1063] τό, dim. von ταινία, Bändchen, kleine Binde, Streifchen, E. M.
Greek (Liddell-Scott)
ταινίον: τό, ὑποκορ. τοῦ ταινία, μικρὰ ταινία, Ἐτυμ. Μέγ. 749, ἀμφίβ.