Κενῆς δὲ δόξης οὐδὲν ἀθλιώτερον → Nihil est inani gloria infelicius → Als leerer Ruhm jedoch ist nichts unseliger
ἀνθέλκω (Α)1. έλκω σύρω, τραβώ κάτι αντίθετα2. τραβώ προς το μέρος μου3. μτφ. εναντιώνομαι, αντιδρώ, προβάλλω αντίσταση.