αλλούθε

From LSJ
Revision as of 06:23, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (3)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)

Menander, Monostichoi, 135

Greek Monolingual

επίρρ.
1. (κίνηση από τόπο) από αλλού, από άλλο τόπο
2. (σπανιότερα κίνηση προς τόπο) σε άλλο τόπο, σε άλλο μέρος
3. από άλλο πρόσωπο, άλλη πηγή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αλλού + επιρρ. κατάλ. -θε (< αρχ. -θεν)].