αεριαγωγός

From LSJ
Revision as of 06:33, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (1)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἥδιστόν ἐστιν εὐτυχοῦντα νοῦν ἔχειν → Dulcissimum prudentia inter prospera → Erfreulich ist, wenn man im Glück Vernunft besitzt

Menander, Monostichoi, 207

Greek Monolingual

ο τεχνολ.
αγωγός μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου ή άλλου αερίου καυσίμου. Οι αεριαγωγοί κατασκευάζονται σήμερα από χάλυβα, αντί του μολύβδου που χρησιμοποιούνταν παλαιότερα.