οὐ παντός πλεῖν ἐς Κόρινθον → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth
εὔκλωνος, -ον (Α)
αυτός που έχει ωραίους κλώνους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -κλωνος (< κλων «κλαδί»), πρβλ. μονό-κλωνος, πολύ-κλωνος].