ιατροφιλόσοφος
From LSJ
Greek Monolingual
ο (Α ἰατροφιλόσοφος)
νεοελλ.
γιατρός που ασχολείται με τη φιλοσοφία και τα γράμματα
αρχ.
επιστήμονας γιατρός.
ο (Α ἰατροφιλόσοφος)
νεοελλ.
γιατρός που ασχολείται με τη φιλοσοφία και τα γράμματα
αρχ.
επιστήμονας γιατρός.