κατακλονίζω

From LSJ
Revision as of 06:41, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (19)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn

Menander, Monostichoi, 337

Greek Monolingual

κατακλονίζω (Μ)
συνταράσσω.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητικά σχηματισμένος ενεστ. από τον αόρ. κατ-ε-κλόν-ησ-α του κατακλονῶ «συνταράσσω», κατὰ το σχήμα κατ-ε-δρόσ-ισα: κα-τα-δροσ-ίζω (πρβλ. και ηρεμ-ίζω - ηρεμ-ώ, οχλ-ίζω - οχλώ)].