ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice
λαμπρόσπορος, -ον (Μ)αυτός που κατάγεται από ένδοξο γένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < λαμπρός + -σπόρος (< σπείρω), πρβλ. θεό-σπορος].