λογισάμενος ὅτι καὶ ἐκ νεκρῶν ἐγεῖραι δυνατὸς ὁ Θεός → in the belief that God was able to raise him up from the dead
ἀρτιφαής, -ές (AM)αυτός που τώρα μόλις άρχισε να λάμπει.[ΕΤΥΜΟΛ. < αρτι- + -φαής < φάος (πρβλ. αμφιφαής)].