ἐπιδιαμένω
From LSJ
φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits
Full diacritics: ἐπιδιαμένω | Medium diacritics: ἐπιδιαμένω | Low diacritics: επιδιαμένω | Capitals: ΕΠΙΔΙΑΜΕΝΩ |
Transliteration A: epidiaménō | Transliteration B: epidiamenō | Transliteration C: epidiameno | Beta Code: e)pidiame/nw |
A remain after, D.L.Prooem.11, Dsc.1.12, Artem.1.45; continue to exist, Diog.Oen.36.
[Seite 937] (s. μένω), noch dabei bleiben, Sp.
ἐπιδιαμένω (Α)
διαμένω εν συνεχεία κάπου αλλού.