Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.
ἱμαντίσκος, ὁ (Α)μικρός ιμάς, λουράκι.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱμάς, -άντος + υποκορ. κατάλ. -ίσκος (πρβλ να-ΐσκος, ορμ-ίσκος)].