ἱπποπρόσωπος

From LSJ
Revision as of 07:19, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (18)

οὐ τῷ πλήθει ἀλλὰ τῷ ἀξιώματι → not in numbers but in quality

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱπποπρόσωπος Medium diacritics: ἱπποπρόσωπος Low diacritics: ιπποπρόσωπος Capitals: ΙΠΠΟΠΡΟΣΩΠΟΣ
Transliteration A: hippoprósōpos Transliteration B: hippoprosōpos Transliteration C: ippoprosopos Beta Code: i(ppopro/swpos

English (LSJ)

ον,

   A horse-faced, epith. of the Moon-goddess, PMag.Par.1.2549; of a fabulous tribe, Peripl.M.Rubr.62.

Spanish

que tiene rostro de caballo

Greek Monolingual

ἱπποπρόσωπος, -ον (Α)
πάπ. (επίθ. για τη θεά Σελήνη και για κάποια μυθική φυλή) αυτός που έχει μορφή ίππου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)- + -πρόσωπος (< πρόσ-ωπον), πρβλ. ιερακο-πρόσωπος, ορνιθο-πρόσωπος.