ἄνεμος καὶ ὄλεθρος ἄνθρωπος → ruinous and unstable man, a man unstable as the wind
τοη βάση του κίονα, ο κιονοστάτης.[ΕΤΥΜΟΛ. < κίων + -βαθρο (< βάθρον), πρβλ. τοιχό-βαθρο, υπό-βαθρο].