κιονόβαθρο
From LSJ
Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach
το
η βάση του κίονα, ο κιονοστάτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κίων + -βαθρο (< βάθρον), πρβλ. τοιχόβαθρο, υπόβαθρο].