κρυοπάγημα
From LSJ
διὸ καὶ μεταλάττουσι τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν αἱ δοκοῦσαι παρθένοι τῶν εἰδώλων → therefore those professing to be virgins of the idols even change the natural use into the unnatural (Origen, commentary on Romans 1:26)
Greek Monolingual
το κρυοπαγώ
το αποτέλεσμα της επίδρασης του έντονου ψύχους σε ένα όργανο ή μέλος του σώματος, κυρίως στα δάκτυλα τών ποδιών και τών χεριών.