Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

λαθούρι

From LSJ
Revision as of 07:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (22)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Αὐτάρκης ἔσῃ, ἂν μάθῃς τί τὸ καλὸν κἀγαθόν ἐστι → You will be contented with your lot if you learn what the honourable and good is

Plutarch, De virtute et vitio

Greek Monolingual

και λαθύρι, το
(Μ λαθούριν και λαθύριον)
1. κοινή, σήμερα, ονομασία του γένους αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών λάθυρος
2. ο καρπός τών φυτών του είδους αυτού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. λαθούρι(ν) < λαθύριον (υποκορ. του λάθυρος) με κώφωση].