λαφιάτης

From LSJ
Revision as of 07:31, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (22)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt

Menander, Monostichoi, 366

Greek Monolingual

και λαφίτης, ο λάφι
κοινή ονομασία του είδους Elaphis quatorlineata, ακίνδυνου φιδιού που συχνάζει μέσα στα σπίτια και θεωρείται ότι φέρνει ευτυχία.