Ἐξ ἡδονῆς γὰρ φύεται τὸ δυστυχεῖν → Nempe est voluptas mater infortunii → Denn aus der Lust erwächst des Unheils Missgeschick
Full diacritics: ναύστης | Medium diacritics: ναύστης | Low diacritics: ναύστης | Capitals: ΝΑΥΣΤΗΣ |
Transliteration A: naústēs | Transliteration B: naustēs | Transliteration C: naystis | Beta Code: nau/sths |
ου, ὁ,
A = ναύτης, Sammelb.1207.
ναύστης, ὁ (Α)
ναύτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του ναύτης με -σ- πιθ. κατά τα αρσ. σε -στης (πρβλ. ναῦσθλον)].