νερόφιδο

From LSJ
Revision as of 12:02, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (27)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur

Menander, Monostichoi, 560

Greek Monolingual

το, και νεροφίδα, η (Μ νερόφιδον)
κοινή ονομασία ειδών, λιγότερο ή περισσότερο υδρόβιων, της οικογένειας columbridae και ιδίως του γένους νάτριξ.