αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν → but they in their wrath maimed him, but they in their wrath made him helpless, but they in their wrath made him blind
-η, -ο
1. (για πράγματα) αυτός που βρίσκεται σε απολύτως καλή κατάσταση, αυτός που δεν υπέστη βλάβη ή φθορά, ακέραιος
2. (για πρόσ.) τελείως υγιής.
επίρρ...
ολόγερα
σε απολύτως καλή κατάσταση.