παντοδαής

From LSJ
Revision as of 12:13, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (30)

φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παντοδᾰής Medium diacritics: παντοδαής Low diacritics: παντοδαής Capitals: ΠΑΝΤΟΔΑΗΣ
Transliteration A: pantodaḗs Transliteration B: pantodaēs Transliteration C: pantodais Beta Code: pantodah/s

English (LSJ)

ές,

   A all-knowing, Epigr. ap. D.L.9.43.

German (Pape)

[Seite 463] ές, allwissend, Democrit. epigr. bei D. L. 9, 44.

Greek (Liddell-Scott)

παντοδαής: -ές, ὁ τὰ πάντα γινώσκων, Ἐπίγραμμ. παρὰ Διογ. Λ. 9.44.

Greek Monolingual

-ές, Α
αυτός που γνωρίζει τα πάντα, παντογνώστης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παντ(ο)- + -δαής (< θ. δαη-, πρβλ. -δάην, αόρ. β' του δάω «μαθαίνω»), πρβλ. α-δαής, ορθο-δαής (βλ. και το ομόρριζο διδάσκω)].