σπερμόφιλος

From LSJ
Revision as of 12:31, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (38)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Θησαυρός ἐστι τῶν κακῶν κακὴ γυνή → Ingens mali thesaurus est mulier mala → Ein Schatz an allem Schlechten ist ein schlechtes Weib

Menander, Monostichoi, 233

Greek Monolingual

ο, Ν
ζωολ. γένος εδαφόβιων σκιουρόμορφων τρωκτικών που ανήκει στην οικογένεια σκιουρίδες και περιλαμβάνει 40 περίπου είδη, από τα οποία το είδος Spermophilus citellus απαντά και στην Ελλάδα και είναι γνωστό με τη λόγια ονομασία λαγόγυρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. spermophile (< σπέρμα + φίλος)].