ἐκτέμνεσθαί τινας φιλανθρωπίᾳ → disarm and deceive by kindness
η / φτωχολογία, ΝΜ (με περιλπτ. σημ.) το σύνολο ή το πλήθος των φτωχών («φτωχολογιά, για σένα κάθε μου τραγούδι», λαϊκό τραγούδι). [ΕΤΥΜΟΛ. < φτωχός + -λογία / -λογιά].