αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου → beholding with very soul the very soul of each immediately upon his death
Full diacritics: τρωγλοδύτις | Medium diacritics: τρωγλοδύτις | Low diacritics: τρωγλοδύτις | Capitals: ΤΡΩΓΛΟΔΥΤΙΣ |
Transliteration A: trōglodýtis | Transliteration B: trōglodytis | Transliteration C: troglodytis | Beta Code: trwglodu/tis |
A v. τρωγλῖτις.
-ιδος, ἡ, Α
τρωγλῑτις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Τρωγλοδύτης + κατάλ. -ις, -ιδος. Πρόκειται για είδος μύρου αιθιοπικής προέλευσης (βλ. και λ. τρωγλῖτις)].