γῆ θηρίοις μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις σύμμετρος → region more fitting to beasts than men
[Seite 1166] ὁ, = τυφώς, ohne Grund als nom. angenommen.
ὁ, Α(αττ. τ.) βλ. τύφος.