αλλαχόθι

From LSJ
Revision as of 10:21, 23 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Ἡ δ' ἁρπαγὴ μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Vitiorum hominibus pessimum est rapacitas → Der Menschen schlimmstes Laster ist die Gier nach Raub

Menander, Monostichoi, 212

Greek Monolingual

ἀλλαχόθι επίρρ. (Α)
σε άλλο τόπο, αλλού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. της λ. ἄλλος + ουρανικό πρόσφυμα -αχ- (πρβλ. ἀλλαχή, ἀλλαχόθεν) + επιρρ. κατάλ. -θι].