Ὁ γραμμάτων ἄπειρος οὐ βλέπει βλέπων → Illiterata vita cum oculis caecitas → Wer unkundig im Lesen, sieht und ist doch blind
ἀπαρκτίας κ. ἀπαρκίας, ο (Α)βόρειος άνεμος.[ΕΤΥΜΟΛ. < απ(ο)- + άρκτος «βορράς» (πρβλ. άρκτιος «βορεινός»].