τοὔτερον
From LSJ
Βίου δικαίου γίγνεται τέλος καλόν → Vitae colentis aequa, pulcher exitus → Ein Leben, das gerecht verläuft, das endet schön
German (Pape)
[Seite 1132] zsgzgn aus τὸ ἕτερον, Her.
Greek (Liddell-Scott)
τοὔτερον: κατὰ Ἰων. κρᾶσιν ἀντὶ τὸ ἕτερον, Ἡρόδ.
Greek Monolingual
Greek Monotonic
τοὔτερον: I ων. κράση αντί τὸ ἕτερον.