ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
ίδος (ἡ) :tache de rousseur sur la peau.Étymologie: ἐπί, ἥλιος.
ἐφηλίς: ίδος или ἔφηλις, ιδος ἡ веснушка Plut.