ἀντιδάκτυλος
Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt
English (LSJ)
ὁ,
A thumb, Aq.Ex.29.20. II in Metric, dactyl reversed, anapaest, Diom.1.478K., Choerob.in Heph.p.215C.
German (Pape)
[Seite 250] ὁ, umgekehrter Daktylus, d. i. Anapäst, Schol. Steph. p. 159 Gaisf.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιδάκτῠλος: ὁ, ὁ ἀντίχειρ, Ἀκύλας Π. Διαθ. ΙΙ. παρὰ τοῖς μετρικοῖς, ἀνεστραμμένος δάκτυλος, ἤτοι ἀνάπαιστος (υ υ -).
Spanish (DGE)
-ου, ὁ 1 pulgar Aq.Ex.29.20.
2 métr. anapesto ἀνάπαιστος δέ, ὃν καὶ καλοῦσι τινὲς ἀντιδάκτυλον Choerob.in Heph.p.215, cf. Mar.Vict.6.45, Diom.1.478.28.
Greek Monolingual
ἀντιδάκτυλος, ο (AM)
μσν.
το χοντρό δάχτυλο του χεριού, ο αντίχειρας
αρχ.
ο ανεστραμμένος δάκτυλος, ο ανάπαιστος (υυ-).
Russian (Dvoretsky)
ἀντιδάκτῠλος: ὁ стих. обратный дактиль (стопа ∪ ∪ –).