ἀπαί
From LSJ
πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention
English (LSJ)
A = ἀπό, Emp.134, D.P.51. ἀπαιάζει, corrupt in Hsch.
German (Pape)
[Seite 274] p. = ἀπό, v. l. bei Hom. Iliad. 11, 664 Hes. Sc. 409. 437; Sp. D., wie Theocr. 22, 121.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπαί: ποιητ. ἀντὶ ἀπό, ὡς τὰ διαί, παραί, ὑπαί, Ἡσιόδ. Ἀσπ. 409, δ. γρ. ἐν Ἰλ. Λ. 664.
Spanish (DGE)
v. ἀπό.
Greek Monolingual
ἀπαὶ (ποιητ.) (Α)
από.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο ποιητ. τ. απαί σχηματίστηκε από το από αναλογικά προς το υπαί: υπό].
Greek Monotonic
ἀπαί: ποιητ. αντί ἀπό, σε Ησίοδ.
Russian (Dvoretsky)
ἀπαί: Hes. = ἀπό.