Ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα → I know only one thing, that I know nothing | all I know is that I know nothing.
v. καταναίω.
κατένασσα: αόρ. αʹ του καταναίω.
κατένασσα aor. van καταναίω.
κατένασσα: эп. aor. к καταναίω.