Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'
κοίτα 1 sleeping with, love-making καὶ τότε γνοὺς Ἴσχυος Εἰλατίδα ξεινίαν κοίταν (P. 3.32) ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; (sc. Κλυταιμήστραν) (P. 11.25)
κοίτα: ἡ дор. = κοίτη.