μελιτουργία

From LSJ
Revision as of 23:56, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3)

ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελῐτουργία Medium diacritics: μελιτουργία Low diacritics: μελιτουργία Capitals: ΜΕΛΙΤΟΥΡΓΙΑ
Transliteration A: melitourgía Transliteration B: melitourgia Transliteration C: melitourgia Beta Code: melitourgi/a

English (LSJ)

ἡ, μελῐτουργ-ός, όν, dub. ll. for μελιττουργία, -γός.

German (Pape)

[Seite 124] ἡ, μελιτουργικός u. μελιτουργός, v. l. von μελισσουργία u. s. w.

Greek (Liddell-Scott)

μελῐτουργία: ἡ, μελιτουργός, όν, ἀμφίβολος γραφὴ ἀντὶ μελιττουργία, -γός.

Russian (Dvoretsky)

μελῐτουργία: ἡ изготовление меда или пчеловодство Arst., pl. Diod.