Ἡμερὶ πανθέλκτειρα, μεθυτρόφε, μῆτερ ὀπώρας ... → All-soothing vine, nurse of the wine, vintage's mother ... (Anthologia Palatina 7.24.1)
poét. c. δαψιλῶς.Étymologie: δαψιλής.
δαψῐλέως: Theocr. = δαψιλῶς.
δαψιλέως poët. adv. van δαψιλής.